- ῥαγδαίου
- ῥαγδαί̱ου , ῥαγδαῖοςfuriousmasc/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ραγδαιότητα — η / ῥαγδαιότης, ητος, ΝΑ [ῥαγδαῑος] η ιδιότητα τού ραγδαίου, ορμητικότητα, σφοδρότητα, βιαιότητα αρχ. παραφορά, μανία … Dictionary of Greek
Βυζαντινή αυτοκρατορία — I Β.α., ή αλλιώς Μεταγενέστερο Ρωμαϊκό ή Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος, αποκαλείται συμβατικά το ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα του τμήματος αυτού, που μετά την κατάλυση του Δυτικού Ρωμαϊκού κράτους συνέχισε περίπου για έντεκα… … Dictionary of Greek